Μηχανικά

Εδώ βρίσκονται κάποιες αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με την οδήγηση, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων των διαφορετικών τύπων των οχημάτων.

Δρόμοι

bypass παράκαμψη
country lane υπαίθριο μονοπάτι
dual carriageway διπλής κατεύθυνσης
main road κεντρικός δρόμος
motorway αυτοκινητόδρομος
one-way street μονόδρομος
ring road περιφερειακή οδός
road δρόμος
toll road δρόμος με διόδια

Οδικά χαρακτηριστικά

corner γωνία
crossroads σταυροδρόμι
kerb κράσπεδο
fork χώρισμα
hard shoulder βοηθητική λωρίδα
junction κόμβος
lay-by λωρίδα έκτακτης ανάγκης
level crossing ισόπεδη διάβαση
pavement (αμερικάνικα αγγλικά: sidewalk) πεζοδρόμιο
pedestrian crossing διάβαση πεζών
road sign πινακίδα
roadside άκρη του δρόμου
roadworks οδικά έργα
roundabout πλατειάκι
services υπηρεσίες
signpost ταμπέλα
speed limit όριο ταχύτητας
T-junction διασταύρωση
toll διόδια
traffic light φανάρι
turning στροφή

Προβλήματα

accident ατύχημα
breakdown βλάβη
breathalyser μηχάνημα για αλκοτέστ
jack γρύλος
jump leads καλώδια εκκίνησης
flat tyre σκασμένο λάστιχο
fog ομίχλη
icy road παγωμένος δρόμος
puncture τρύπα
speeding fine πρόστιμο
spray νερά απ' το λάστιχο του αμαξιού
traffic jam κίνηση
to crash να συντριβεί
to have an accident να έχει ένα ατύχημα
to skid να γλιστρήσει
to stall να αποφύγει
to swerve να στρίψει απότομα

Μαθαίνοντας οδήγηση

driving instructor εκπαιδευτής οδήγησης
driving lesson μάθημα οδήγησης
driving licence δίπλωμα οδήγησης
driving school σχολή οδήγησης
driving test εξετάσεις οδήγησης
learner driver μαθητής οδήγησης
to fail your driving test να αποτύχεις στην εξέταση οδήγησης
to pass your driving test να περάσεις στην εξέταση οδήγησης

Στάθμευση / Πάρκινγκ

car park πάρκινγκ
disabled parking space χώρις στάθμευσης ατόμων με ειδικές ανάγκες
multi-storey car park πολυόροφο πάρκινγκ
to park να παρκάρει
parking meter παρκόμετρο
parking space χώρος πάρκινγκ
parking ticket εισητήριο του πάρκινγκ
traffic warden τροχονόμος

Σε πρατήριο βενζίνης

car wash πλυντήριο αυτοκινήτων
diesel ντίζελ
oil λάδι
petrol βενζίνη
petrol pump αντλία
petrol station βενζινάδικο
unleaded αμόλυβδη

Τύποι οχήματος

bike (συντομογραφία του bicycle) ποδήλατο
camper van τροχόσπιτο
bus λεωφορείο
car αυτοκίνητο
caravan μινι-βαν
coach πούλμαν
lorry νταλίκα
minibus λεωφορειάκι
moped μοτοποδήλατο
motorbike (συντομογραφία του motorcycle) μηχανή
scooter βέσπα / σκοότερ
taxi ταξί
tractor τρακτέρ
truck φορτηγό
van βαν

Άλλες χρήσιμες λέξεις

car hire ενοικίαση αυτοκινήτων
car keys κλειδιά αυτοκινήτου
cyclist ποδηλάτης
driver οδηγός
garage γκαράζ
mechanic μηχανικός
insurance ασφάλιση
passenger επιβάτης
pedestrian πεζός
reverse gear όπισθεν
road map οδικός χάρτης
second-hand μεταχειρισμένο
speed ταχύτητα
traffic κίνηση
tyre pressure πίεση του λάστιχου
vehicle όχημα
to accelerate επιταχύνει
to brake πατάει φρένο
to change gear να αλλάξει ταχύτητα
to drive να οδηγεί
to overtake να προσπεράσει
to reverse να αντιστρέψει
to slow down να μειώσει ταχύτητα
to speed up να επιταχύνει
to steer να κατευθύνει
sound

Ήχος είναι διαθέσιμος για όλο το αγγλικό λεξιλόγιο σε αυτή τη σελίδα – απλώς κάντε κλικ πάνω στη λέξη για να την ακούσετε.

Εφαρμογή για κινητά

Η βραβευμένη εφαρμογή μας, αγγλικός οδηγός φράσεων για συσκευές Android περιέχει πάνω από 6.000 χρήσιμες φράσεις και λέξεις με ήχο.

Get it on Google Play

Υποστηρίξτε το έργο μας

Βοηθήστε μας να βελτιώσουμε αυτόν τον ιστότοπο γίνοντας υποστηρικτής στο Patreon. Τα οφέλη περιλαμβάνουν την αφαίρεση όλων των διαφημίσεων από τον ιστότοπο και την πρόσβαση στο κανάλι Speak Languages Discord.

Γίνε υποστηρικτής