Εδώ θα βρείτε τα αγγλικά ονόματα για διάφορες κοινές απασχολήσεις, κατηγοριοποιημένες ανά βιομηχανία.
Εμπόριο
accountant | λογιστής |
actuary | αναλογιστής |
advertising executive | εκτελεστική διαφήμισης |
bank clerk | τραπεζικός υπάλληλος |
bank manager | διευθυντής τράπεζας |
businessman | επιχειρηματίας |
businesswoman | επιχειρηματίας |
economist | οικονομολόγος |
financial adviser | οικονομικός σύμβουλος |
health and safety officer | υπέυθυνος της υγείας και ης ασφάλειας |
HR manager (συντομογραφία του human resources manager) | διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού |
insurance broker | ασφαλιστής |
PA (συντομογραφία του personal assistant) | προσωπικός βοηθός / ιδαιτέρα |
investment analyst | αναλυτής επενδύσεων |
project manager | διαχειριστής έργου |
marketing director | διευθυντήςmarketing |
management consultant | σύμβουλος διαχείρισης |
manager | μάνατζερ |
office worker | υπάλληλος γραφείου |
receptionist | ρεσεψιονίστ |
recruitment consultant | σύμβουλος προσλήψεων |
sales rep (συντομογραφία του sales representative) | αντιπρόσωπος πωλήσεων |
salesman / saleswoman | πωλητής / πωλήτρια |
secretary | γραμματέας |
stockbroker | χρηματοστής |
telephonist | υπάλληλος σε τηλεφωνικό κέντρο |
Τεχνολογία πληροφοριών
database administrator | διαχειριστής της βάσης δεδομένων |
programmer | προγραμματιστής |
software developer | προγραμματιστής λογισμικού |
web designer | σχεδιαστής ιστοσελίδων |
web developer | προγραμματιστής ιστού |
Λιανική πώληση
antique dealer | αρχαιοπώλης |
art dealer | έμπορος έργων τέχνης |
baker | φούρναρης |
barber | μπαρμπέρης |
beautician | αισθητικός |
bookkeeper | λογιστής |
bookmaker | πράκτορας στοιχημάτων |
butcher | χασάπης |
buyer | αγοραστής |
cashier | ταμίας |
estate agent | μεσίτης |
fishmonger | ιχθυοπώλης |
florist | ανθοπώλης |
greengrocer | μανάβης |
hairdresser | κομμωτής / κομμώτρια |
sales assistant | πωλητής / πωλήτρια |
shop assistant | βοηθός καταστήματος |
shopkeeper | μαγαζάτορας |
store detective | ερευνητής αποθήκης |
store manager | υπεύθυνος καταστήματος |
tailor | ράφτης |
travel agent | ταξιδιωτικός πράκτορας |
wine merchant | έμπορος κρασιού |
Υγεία και κοινωνική μέριμνα
carer | φροντιστής |
counsellor | σύμβουλος |
dentist | οδοντίατρος |
dental hygienist | υγιεινολόγος οδοντικής |
doctor | γιατρός |
midwife | μαία |
nanny | νταντά / οικιακή βοηθός |
nurse | νοσοκόμος / νοσοκόμα |
optician | οφθαλμίατρος |
paramedic | τραυματιοφορέας |
pharmacist ή chemist | φαρμακοποιός (κάποιος που δουλεύει σε φαρμακείο) |
physiotherapist | φυσιοθεραπευτής |
psychiatrist | ψυχίατρος |
social worker | κοινωνικός λειτουργός / κοινωνική λειτουργός |
surgeon | χειρούργος |
vet ή veterinary surgeon | κτηνίατρος |
Συναλλαγές
blacksmith | σιδεράς |
bricklayer | χτίστης |
builder | εργολάβος |
carpenter | ξυλουργός |
chimney sweep | καπνοδοχοκαθαριστής |
cleaner | καθαριστής / καθαρίστρια |
decorator | διακοσμητής |
driving instructor | δάσκαλος οδήγησης |
electrician | ηλεκτρολόγος |
gardener | κηπουρός |
glazier | υαλοτεχνίτης |
groundsman | φύλακας |
masseur | μασέρ |
masseuse | μασέζ |
mechanic | μηχανικός |
pest controller | ελεγκτής παρασίτων |
plasterer | σοβατζής |
plumber | υδραυλικός |
roofer | στεγαστής |
stonemason | τεχνίτης |
tattooist | τατουατζής |
tiler | κεραμοποιός |
tree surgeon | γεωπόνος |
welder | οξυγονοκολλητής |
window cleaner | καθαριστής παραθύρων |
Φιλοξενίας και τουρισμού
barman | μπάρμαν |
barmaid | μπαργούμαν |
bartender | μπάρμαν |
bouncer | μπράβος |
cook | μάγειρας |
chef | σεφ |
hotel manager | διευθυντής ξενοδοχείου |
hotel porter | αχθοφόρος |
pub landlord | ιδιοκτήτης παμπ |
tour guide ή tourist guide | ξεναγός ή τουριστικός οδηγός |
waiter | σερβιτόρος |
waitress | σερβιτόρα |
Μεταφορές
air traffic controller | ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας |
baggage handler | χειριστής αποσκευών |
bus driver | οδηγός λεωφορείου |
flight attendant (κοινώς γνωστό ως air steward, air stewardess ή air hostess) | αεροσυνοδός |
lorry driver | οδηγός φορτηγού |
sea captain ή ship's captain | καπετάνιος |
taxi driver | ταξιτζής |
train driver | μηχανοδηγός |
pilot | πιλότος |
Αγγλικό λεξιλόγιο | |
---|---|
Σελίδα 49 από 65 | |
➔
Εργασία |
Βιομηχανίες
➔ |
Συγγραφή και δημιουργικές τέχνες
artist | καλλιτέχνης |
editor | συντάκτης |
fashion designer | σχεδιαστής μόδας |
graphic designer | γραφίστας |
illustrator | εικονογράφος |
journalist | δημοσιογράφος |
painter | ζωγράφος |
photographer | φωτογράφος |
playwright | θεατρικός συγγραφέας |
poet | ποιητής |
sculptor | γλύπτης |
writer | συγγραφέας |
Ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και ψυχαγωγία
actor | ηθοποιός |
actress | ηθοποιός |
comedian | κωμικός |
composer | συνθέτης |
dancer | χορευτής / χορεύτρια |
film director | σκηνοθέτης |
DJ (συντομογραφία του disc jockey) | DJ |
musician | μουσικός |
newsreader | πρόγραμμα ανάγνωσης ειδήσεων |
singer | τραγουδιστής / τραγουδίστρια |
television producer | τηλεοπτικός παραγωγός |
TV presenter | τηλεπαρουσιαστής |
weather forecaster | μετεωρολόγος |
Νόμος και τάξη
barrister | δικηγόρος (που ειδικεύεται στο να μιλάει σε δικαστήρια) |
bodyguard | σωματοφύλακας |
customs officer | τελωνειακός υπάλληλος |
detective | ντεντέκτιβ |
forensic scientist | επιστήμονας εγκληματολογικής |
judge | δικαστής |
lawyer | δικηγόρος |
magistrate | τακτικός ανακριτής |
police officer (κοινώς γνωστό ως policeman ή policewoman) | αστυνομικός |
prison officer | σωφρονιστικός υπάλληλος |
private detective | ιδιωτικός ντεντέκτιβ |
security officer | υπάλληλος ασφαλείας |
solicitor | δικηγόρος |
traffic warden | τροχονόμος |
Αθλητισμός και ψυχαγωγία
choreographer | χορογράφος |
dance teacher ή dance instructor | δάσκαλος χορού |
fitness instructor | εκπαιδευτής φυσικής κατάστασης |
martial arts instructor | δάσκαλος πολεμικών τεχνών |
personal trainer | προσωπικός γυμναστής |
professional footballer | επαγγελματίας ποδοσφαιριστής |
sportsman | αθλητής |
sportswoman | αθλήτρια |
Εκπαίδευση
lecturer | ομιλητής |
music teacher | δάσκαλος μουσικής |
teacher | δάσκαλος |
teaching assistant | βοηθός καθηγητή |
Στρατός
airman / airwoman | αεροπόρος |
sailor | ναύτης |
soldier | στρατιώτης |
Θέσεις εργασίας στον τομέα των επιστημών
biologist | βιολόγος |
botanist | βοτανολόγος |
chemist | χημικός |
lab technician (συντομογραφία του laboratory technician) | τεχνικός εργαστηρίου |
meteorologist | μετεωρολόγος |
physicist | φυσικός |
researcher | ερευνητής |
scientist | επιστήμονας |
Θρησκεία
imam | ιμάμης |
priest | ιερέας |
rabbi | ραβίνος |
vicar | εφημέριος |
Λιγότερο αξιόπιστες ασχολίες
arms dealer | έμπορος όπλων |
burglar | διαρρήκτης |
drug dealer | έμπορος ναρκωτικών |
forger | πλαστογράφος |
lap dancer | χορεύτρια πόλου |
mercenary | μισθοφόρος |
pickpocket | πορτοφολάς |
pimp | νταβατζής |
prostitute | πόρνη |
smuggler | λαθρέμπορος |
stripper | στριπτιζέζ |
thief | κλέφτης |
Άλλες ασχολίες
archaeologist | αρχαιολόγος |
architect | αρχιτέκτονας |
charity worker | εργαζόμενος φιλανθρωπικής οργάνωσης |
civil servant | δημόσιος υπάλληλος |
construction manager | διευθυντής κατασκευών |
council worker | υπάλληλος του τοπικού συμβούλιου |
diplomat | διπλωμάτης |
engineer | μηχανικός |
factory worker | εργάτης εργοστασίου |
farmer | αγρότης |
firefighter (κοινώς γνωστό ως fireman) | πυροσβέστης |
fisherman | ψαράς |
housewife | νοικοκυρά |
interior designer | σχεδιαστής εσωτερικών χώρων |
interpreter | διερμηνέας |
landlord | σπιτονοικοκύρης |
librarian | βιβλιοθηκάριος |
miner | ανθρακωρύχος |
model | μοντέλο |
politician | πολιτικός |
postman | ταχυδρόμος |
property developer | κτηματομεσίτης |
refuse collector (κοινώς γνωστό ως bin man) | σκουπιδιάρης |
surveyor | επιθεωρητής |
temp (συντομογραφία του temporary worker) | προσωρινή |
translator | μεταφραστής |
undertaker | εργολάβος κηδείων |